Κατά την ελληνική μυθολογία η τέχνη της τυροκομίας δόθηκε ως πολύτομο αγαθό από τους θεούς στους ανθρώπους. Η ζωή του βοσκού είναι ιδιαίτερα δύσκολη καθώς αφιερώνει πολλές ώρες της μέρας στο κοπάδι. Όλη η οικογένεια ασχολείται με την βοσκή του κοπαδιού και δεν είναι λίγες οι φορές που ο βοσκός ξενυχτά τα βράδια με το κοπάδι.
Ο βοσκός είναι απόλυτα συνδεδεμένος με το κοπάδι. Για παρέα αλλά και για προστασία του κοπαδιού του έχει σκύλους οι οποίοι είναι εκπαιδευμένοι . Οι σκύλοι αποτελούν πραγματικό φύλακα του κοπαδιού, καθώς δεν αφήνουν κανένα ζώο να ξεκόψει από το κοπάδι και να μπει σε απαγορευμένο τόπο ή να ξεκόψει γενικά από τα υπόλοιπα ζώα και, πιστό σύντροφο του βοσκού στις δύσκολες κι ατέλειωτες ώρες βοσκής.
Τα ζώα παίρνουν διάφορες ονομασίες ανάλογα με τα χρώματα τους, τα αυτιά τους, κάποιο σημάδι που μπορεί να έχουν, τα κέρατά τους ή το σχήμα των κεράτων τους . Οι βοσκοί χρησιμοποιούν κουδούνια για πρακτικούς λόγους, ώστε να γνωρίζουν σε ποιο μέρος ακριβώς είναι το κοπάδι. Για ασφάλεια και σιγουριά έχουν ένα ακόμη μέσο, την σφραγίδα. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγεται ο κίνδυνος κλοπής και αφού ο κάθε βοσκός έχει το δικό του σφράγισμα μπορεί να βρεθεί σε ποιον ανήκει ένα ζώο. Ο βοσκός χρησιμοποιεί το σφύριγμα για να επικοινωνήσει με το κοπάδι και τον σκύλο του. Ανάλογα με τον τρόπο σφυρίγματος προσαρμόζεται και η συμπεριφορά του κοπαδιού και οι κινήσεις του σκύλου.
Η διαδικασία παραγωγής τυριού θεωρείται παράδοση σε πολλά μέρη της χώρας. Η καλύτερη εποχή για τυροκομία θεωρείται το καλοκαίρι. Το πρώτο στάδιο της τυροκομικής διαδικασίας είναι το άρμεγμα το οποίο πραγματοποιείται μετά την πρωινή βοσκή. Αφού τα νεογέννητα ζώα έχουν αποκοπεί από τις μανάδες τους ξεκινά το άρμεγμα. Το γάλα που έχουν πάρει το βάζουν σε πήλινα δοχεία και έπειτα το ρίχνουν σε καζάνια για να βράσει σουρώνοντας το με τουλουπάνι για να κατακρατηθούν οι τρίχες των ζώων. Το γάλα βράζει για μία έως δύο ώρες μέχρι να φτάσει σε σημείο πήξης. Μόλις πήξει το ανακατεύουν με μια ξύλινη κουτάλα κ το αφήνουν να συνεχίσει τον βρασμό. Στην δεύτερη πήξη παίρνουν την μανούρα. Όσο είναι ζεστή η μανούρα την κόβουν και την τοποθετούν στα τυροβόλια να πάρει σχήμα, την αλατίζουν και τέλος, την αφήνουν να στραγγίσει μέσα στα καλούπια.
Η μυζήθρα φτιάχνεται με το τυρόγαλο που έχει περισσέψει από τον βρασμό και αφού έχουν ρίξει την κατάλληλη ποσότητα αλατιού. Ό,τι ανεβαίνει στο καζάνι το μαζεύουν στο τουλουπάνι κ το σφραγίζουν χωρίς μεγάλη πίεση. Αφού στραγγίσουν τα υγρά, αλατίζουν το προϊόν και είναι έτοιμη η στεγνή κι ώριμη μυζήθρα.
Το ξινόγαλα μοιάζει με γιαούρτι και φτιάχνεται με άβραστο γάλα και πιτιά κυρίως την άνοιξη και συγκεντρώνεται σε δοχεία που έχουν πήξει ξανά για να έχει ωραίο άρωμα.
Το τουλουμοτύρι: παίρνουν ένα κομμάτι από μανούρα το αλατίζουν και ρίχνουν βρασμένο γάλα και μυζήθρα. Το αφήνουν μέσα σε τουλούμια για να ωριμάσει.