Skip to content Skip to footer

Οικοδομική

Η παραδοσιακή οικοδομική και αρχιτεκτονική βασιζόταν κυρίως στην προσωπική εργασία και τη συνεργασία με μέλη της οικογένειας ή του χωριού. Τα σπίτια τα έχτιζαν μόνοι τους οι άνθρωποι, με βοήθεια συγγενών και γειτόνων. Τα οικοδομικά υλικά ήταν η πέτρα, η λάσπη και το ξύλο. Μονάδα μέτρησης ήταν ο πήχυς, που αντιστοιχούσε σε σημερινούς 75 πόντους. Κάθε έναν πήχυ τοίχου έβαζαν ένα δοκάρι σαν σενάζι, για να απορροφά τους κραδασμούς και να ενεργεί αντισεισμικά και στερεωτικά. Σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχε ένας αρχιμάστορας, που ήξερε καλύτερα τα μυστικά του χτισίματος, και αυτός καθοδηγούσε τους ερασιτέχνες χτίστες. Όταν τελείωνε το σπίτι, ο ιδιοκτήτης του έδινε ένα δώρο, συνήθως μια “καλαμάτα” (μαντήλι). Ο αρχιμάστορας δεν έκανε να μπει στο σπίτι παρά μόνο αφού αυτό χρόνιζε. Ήταν γρουσουζιά να μπει νωρίτερα. Τα μέρη του σπιτιού ήταν τα εξής:

α. Το κατώι

Το κατώι ήταν βοηθητικός χώρος στο ισόγειο του σπιτιού. κατασκευαζόταν για να εξισώσει το συνήθως ανώμαλο και κατωφερές οικόπεδο, έτσι ώστε το σπίτι να είναι ίσιο. Χρησιμοποιούνταν σαν αποθηκευτικός χώρος και ιδιαίτερα σα χώρος για τα ζώα. Εκεί αποθήκευαν το βαρέλι με το κρασί, το κασόνι με τα δημητριακά και τα άλλα τρόφιμα που μπορούσαν να διατηρήσουν (καρύδια, κάστανα, όσπρια κλπ). 

β. Το εσωτερικό του σπιτιού

Η εσωτερική διαίρεση του χώρου σε δωμάτια γινόταν με εύκαιρα ξύλα και καλάμια που στερεώνονταν με λάσπη.

Στον μεγάλο χώρο, εκεί που βρισκόταν ο «τζάκης» (=τζάκι), κατασκευαζόταν από πάνω ένα ξύλινο πλαίσιο, όπου οι νοικοκυρές τοποθετούσαν το «τζακόπανο» (ή διάφορα χαρτιά, αν έλειπε το τζακόπανο) για διακόσμηση. Πάνω στην κορνίζα άναβαν μια λάμπα, όταν είχαν καλεσμένους, γιατί τα δαδιά έβγαζαν ενοχλητικό καπνό. Τα δαδιά τα χρησιμοποιούσαν τις άλλες μέρες για φως και για ζέστη, γιατί το άναμμα της λάμπας κόστιζε και η φτώχεια ήταν μεγάλη.

γ. Το τζάκι

Το τζάκι (“ο τζάκης”) ήταν συνήθως γύψινο και είχε ένα περβάζι, όπου οι γυναίκες έβαζαν το τζακόπανο, συνήθως υφαντό, για στολίδι. Το δωμάτιο του σπιτιού όπου βρισκόταν το τζάκι λεγόταν χειμωνιάτικο. Εκεί κοίμιζαν συνήθως τα παιδιά, για να είναι ζεστά το χειμώνα. 

δ.Η στέγη

Πώς φτιαχνόταν η στέγη με ξύλινο δοκάρι που λεγόταν ποταμός και ψιλότερα ξύλα που λέγονταν νταμπάνια. 

Τα δοκάρια συνήθως ήταν κατασκευασμένα από κυπαρίσσι. Η παράδοση ήθελε τα ξύλα να κόβονται στη χάση του φεγγαριού γιατί τότε, έλεγαν, δεν έπαιρναν νερό. 

Η σκεπή φρόντιζαν να διαθέτει το «βρεντάλι», το τελευταίο ξύλο της στέγης που προεξείχε 30-40 πόντους και οδηγούσε τα νερά της βροχής προς τα έξω, για να προστατεύονται οι τοίχοι και τα παράθυρα από την υγρασία («στάλαγμα»).

Όταν τελείωνε η κατασκευή της σκεπής, έδεναν τριγύρω ένα σχοινί κι από εκεί κρεμούσαν χρωματιστά μαντίλια και «καλαμάτες», φερμένα από συγγενείς, για να φαίνεται ότι το σπίτι τελείωσε, μιας και είχε μπει η στέγη. Τις καλαμάτες τις έπαιρναν σαν ενθύμιο της δουλειάς τους οι μάστορες.

Κολημητήρι”

Τα παράθυρα ήταν ένα με την πρόσοψη του κτίσματος και δεν προστατεύονταν από το νερό, με αποτέλεσμα να φθείρονται σχεδόν αμέσως από τη βροχή.

Οι εξωτερικές πόρτες ήταν δίφυλλες. Το ένα φύλλο έμενε πάντοτε κλειστό, ενώ το άλλο ανοιγόκλεινε ελεύθερα. Για το στερέωμα χρησιμοποιούσαν το «κολημητήρι», ένα σίδερο καρφωμένο στον τοίχο που πιανόταν στο «μάτι» του  φύλλου της πόρτας.

5. “ζεμπερέκι”

Το πόμολο της πόρτας των παλιών σπιτιών ονομαζόταν «ζεμπερέκι» και η πόρτα ασφάλιζε με χοντρό ξύλο, την «αμπάρα».

Οι «κλειδωνιές» κατασκευάζονταν κατά παράδοση από τους «γύφτους», ενώ τα κλειδιά είχαν πολύ μεγάλο μέγεθος και ήταν βαριά