Ο γάμος ήταν ένα από τα σημαντικότερα μυστήρια, που ακολουθούνταν από τις αντίστοιχες τελετουργίες. Διάφορα έθιμα συνόδευσαν την περίοδο από τη μνηστεία ως το στεφάνωμα, που γινόταν πάντοτε εντός ή πέριξ της εκκλησίας. Συνήθως, τον αρραβώνα τον ευλογούσε και πάλι ο παπάς, αλλά η διαδικασία γινόταν στο σπίτι της νύφης. Σε όλη την περίοδο της μνηστείας, οι μνηστευμένοι δεν μπορούσαν να βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο χωρίς την παρουσία τρίτων, για λόγους ηθικής τάξης. Τόσο ο αρραβώνας όσο και ο γάμος συνοδεύονταν, συνήθως, από ανταλλαγή δώρων: κοσμήματα ή φορεσιές ή πασούμια για τη γυναίκα και παλάσκες ή γιλέκο ή κάποιο άλλο προσωπικό αντικείμενο για τον άνδρα. Αναγκαία πριν τον γάμο ήταν η σύνταξη του προικοσυμφώνου. Τα προικοσύμφωνα, στην οθωμανική αυτοκρατορία, συντάσσονταν κυρίως από νοτάριους και ήταν συμφωνίες μεταξύ των δύο οικογενειών για το τι προίκα θα έπαιρνε η νύφη από τον πατέρα της. Η προίκα αυτή μπορούσε να κυμαίνεται από στρωσίδια, κιλίμια και χαλκώματα για την κουζίνα, ως κτήματα και άλλη ακίνητη περιουσία.
Η διαδικασία του “προξενιού” γινόταν συνήθως Πέμπτη, όταν ανακοινωνόταν στην νύφη η απόφαση των γονιών της να παντρευτεί με τον μέλλοντα γαμπρό. Τα αρραβωνιάσματα γίνονταν συνήθως Σάββατο. Μετά τον αρραβώνα ο γαμπρός μπορούσε να επισκέπτεται τη νύφη στο σπίτι της, όχι όμως και το αντίθετο.
Ο γάμος γινόταν συνήθως Κυριακή, μετά την εκκλησία, και ξεκινούσε με το στόλισμα της νύφης και τον τελετουργικό καλλωπισμό του γαμπρού. Οι μελλόνυμφοι ξεκινούσαν για την εκκλησία με τη συνοδεία οργάνων και συγγενικών τους προσώπων. Κατά τη διάρκεια της γαμήλιας τελετής άλλαζαν τα στέφανα, από κλαριά λεμονιάς ή άνθη για τους φτωχότερους, ασημένια για τους πλουσιότερους, που περνούσαν από γενιά σε γενιά. Μετά την τελετή συνήθως διοργανωνόταν ένα υπαίθριο γλέντι με φαγητό, μουσική και χορό, όπου συμμετείχαν όλοι οι καλεσμένοι, συχνά όλο το χωριό.
