Ακροστόλιο-Ακρόπλωρο: Περίτεχνη ξυλόγλυπτη μορφή που αναπαριστά την θεά θέτιδα κοσμεί την πλώρη του πλοίου.
Πηγή: Συλλογή μικροναυπηγικής «ΓΡΥΠΙΩΤΗ»
Ονομαστό ήταν το μεράκι των Ελλήνων καραβοκυραίων για το στόλισμα και το «σενιάρισμα» των καραβιών τους. Η διακόσμηση στα πλοία ήταν αρχαία συνήθεια. Για τον Έλληνα της Τουρκοκρατίας ήταν και ζήτημα κοινωνικής προβολής και καθιέρωσης. Οι καπεταναίοι συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την πιο εντυπωσιακή εμφάνιση του πλοίου τους και καμάρωναν όταν έβλεπαν στα μάτια των άλλων το θαυμασμό ή τη ζήλια. Η πλώρη και η πρύμνη του πλοίου γέμιζε στολίδια και ξυλόγλυπτα σχέδια. Ξύλινες φιγούρες ανάγλυφες, ζωγραφισμένες που ονομάζονταν, όπως και στην αρχαιότητα, ακροστόλια. Το ακρόπρωρο ήταν πολύ σημαντικό και με ιδιαίτερη βαρύτητα γλυπτό, μιας και είχε άμεση σύνδεση με το πλοίο και κατά κάποιο τρόπο, εξέφραζε την προσωπικότητα του. «Η πλώρη, το ιερότερο τμήμα του καραβιού, φιλοξενεί την προσωποποιημένη ψυχή του που διώχνει τα κακά, προστατεύει το πλήρωμα, φέρνει πλούτο και αφθονία αγαθών, δίνει δύναμη στους καραβοκυραίους και χαρίζει νίκες σε περίπτωση πολέμου.».

Καθρέπτης πρύμνης: το περίτεχνο ξυλόγλυπτο αναπαριστά σκηνή αρχαίων Ελλήνων πολεμιστών σε μάχη.
Πηγή: Συλλογή μικροναυπηγικής «ΓΡΥΠΙΩΤΗ»
Αλλά και τα στολίδια του «καθρέπτη» της πρύμνης αποτελούσαν πραγματικά έργα τέχνης. Δρύινες συνήθως, ανάγλυφες παραστάσεις, αγκάλιαζαν όλη την ημικυκλική επιφάνεια της πρύμνης, απεικονίζοντας διάφορα συμπλέγματα. Πολεμικές παραστάσεις ηρώων, αγωνίσματα των αρχαίων, Τρίτωνες ,Σειρήνες και άλλα μυθικά θαλάσσια όντα.
Ο ιστορικός Ανάργυρος Αν. Χατζηανάργυρος μας αφήνει την πλέον αξιόπιστη μαρτυρία για τη διακόσμηση των ελληνικών καραβιών της εποχής. Γράφει για τον «Ποσειδώνα»…… Την άνοιξη του 1818 είχε αγκυροβολήσει στην Κωνσταντινούπολη, ερχόμενος από τη Μασσαλία, όπου είχε κάνει την «δέουσαν συσκευήν». Είχε χρυσώσει το ακρόπρωρο και τα ανάγλυφα της πρύμνης… «Έφερε δε, εκλεκτά πυροβόλα εξέχοντα από τις θυρίδες των τοίχων του πλοίου, του οποίου οι ζωστήρες ήταν ζωηρότατα και πλατύτατα χρωματισμένοι.»Επίσης, η περιγραφή του «Περικλή» αποτελεί μια αξιόπιστη και ακριβή περιγραφή του στολισμού της πρύμνης και της σημασίας του. Στο ημικύκλιο του καθρέφτη, κατά τον Χατζηανάργυρο, υπήρχαν τα εξής ανάγλυφα: αριστερά προς τα επάνω ήταν η θεά Τύχη τυφλή, κρατώντας το κέρας της Αμάλθειας, από το οποίο έπεφταν χρυσά και αργυρά “κερμάτια”. Επάνω από αυτήν ήταν τοποθετημένος, ο “Κερδώος” Ερμής, με το “κηρύκειο” στα χέρια φορώντας το φτερωτό του καπέλο. Στη μέση του θυρεού «κορωνίδα της πρύμνης» υπήρχε ο Ποσειδώνας «διαδηματοφόρος», μέσα σε ένα πλατύφυλλο όστρακο στολισμένο από όλες τις μεριές, με όλα τα σύμβολα του θαλάσσιου θεού, Τρίαινα κ.λπ.. Στη δεξιά πλευρά του στεκόταν ο θεός Έρωτας με τη φαρέτρα του, σημαδεύοντας «επί του κατόπιν ερχόμενου και καταλήγοντος Ηρακλέους», ο οποίος κρατούσε στα χέρια του ρόπαλο και είχε στους ώμους του Λεοντή. Η ερμηνεία δε που εδίδετο στην παράσταση είχε ως εξής: διαβάζοντας από αριστερά προς τα δεξιά «Διά να τύχεις παρά του κερδόου πλούτον και κατάστασιν ενστερνίσθητι τον Ποσειδώνα, προσιέμενον φίλους του, ουχί τους δειλούς, αλλά τους ηρακληδείς.» και από δεξιά προς τα αριστερά «Η ισχύς αποκτάται δια του έρωτος προς τον Ποσειδώνα συνεπάγοντας του κερδόου με τα αγαθά του».
Το πλέον όμως ιδιαίτερο στολίδι, τοποθετημένο με άπειρο σεβασμό και ξεχωριστή αγάπη, στην πλέον περίοπτη θέση του πλοίου, ήταν το σκαλιστό εικονοστάσι της Κυρά Παναγιάς, και του σεβάσμιου γέροντα του πελάγου, του προστάτη των θαλασσινών, του Αγίου Νικολάου. Μπροστά από τα εικονίσματα, ακοίμητος φρουρός, το καντήλι με το «λιόλαδο», που δεν έσβηνε ποτέ, και δίπλα του το πήλινο ή χρυσοποίκιλτο θυμιατό, που με το θυμίαμα του στην καθημερινή δέηση προς τους Αγίους, έδιωχνε το κακό και προστάτευε το ταξίδι και το πλοίο. Ένα μπουκαλάκι αγιασμός, ένα κομμάτι κερί από τον Εσταυρωμένο της Μεγάλης Πέμπτης και λουλούδια από τον Επιτάφιο, τα «αγιωτικά» για να καταλαγιάζει η αγιοσύνη του τα ταραγμένα νερά και τις φουρτούνες.
ΠΗΓΕΣ:
Ροδούλα Σταθάκη- Κούμαρη, «Γαλαξιδιώτικα Καράβια, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1987, σ. 42.Μαρίκα Β. μπουζουμπάρδη, «Εμπορική Ναυτιλία, η Θαλασσινή Ιστορία των Σπετσών», Σπέτσες Ιστορία-Λαογραφία, τομ. Β΄, Ένωση Σπετσιωτών, 2004, σ. 154.
